Τα ακάρεα είναι μικρά αρθρόποδα με οχτώ πόδια, για αυτό τα αναφέρουμε και ως μικρά αραχνίδια.

Στα ακάρεα, ο κεφαλοθώρακας και η κοιλία δεν ξεχωρίζουν από τομές όπως στα υπόλοιπα αραχνοειδή αλλά είναι ενωμένα με μία υποτυπώδη ραφή.

Το γναθόσωμα ξεχωρίζει από τον κεφαλοθώρακα και αποτελείται από διαφόρων ειδών στοματικά εξαρτήματα ανάλογα με τη διατροφή του. Έτσι τα στοματικά μόρια μπορεί να είναι πριονωτά, μασητικά, μυζητικά.

Επίσης, ανάλογα με το είδος της διατροφής τους τα ακάρεα κατηγοριοποιούνται ως σαπροφάγα, φυτοφάγα, αρπακτικά και παράσιτα.

Οι κρότωνες (τσιμπούρια) είναι αιμομυζητικά αρθρόποδα παράσιτα που ανήκουν στην Τάξη Ακάρεα. Φέρουν παθογόνους μικροοργανισμούς και είναι υπεύθυνοι για τη μετάδοση σοβαρών ασθενειών στον άνθρωπο και τα ζώα όπως η νόσος του Lyme (βορρελίωση), η ερλιχίωση και η εγκεφαλίτιδα (δάγκειος ή αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας).

Παρακάτω αναφέρουμε τα είδη ακάρεων και κροτώνων που είναι επιβλαβή για τον άνθρωπο ως παράσιτα αποθηκευμένων προϊόντων και παράσιτα δημόσιας υγείας.

 

Ακάρεα αποθηκών

 

Acarus siro Tyroglyphus farinae οικ. Acarinae κοιν. Άκαρι αλεύρων

ακάρεα

Αποτελεί παράσιτο των αποθηκευμένων σιτηρών, ζωοτροφών και ιδίως των αλεύρων. Η προσβολή αυτών των προϊόντων δημιουργεί αλλεργιογόνες ουσίες μέσω της παραγόμενης σκόνης και μεταφέρει παθογόνους μικροοργανισμούς επιφέροντας ως εκ τούτου μείζονος σημασίας οικονομική ζημιά με την υποβάθμιση της ποιότητας των προϊόντων και ιδιαίτερα των ζωοτροφών λόγω ασθενικής και γλυκιάς οσμής αλλά και δυσάρεστης γεύσης. Ειδικά δε όταν τα ζώα τρέφονται με μολυσμένες ζωοτροφές, παρουσιάζουν μειωμένη πρόσληψη τροφής, διάρροια, φλεγμονή του λεπτού εντέρου και μειωμένη ανάπτυξη. Ενίοτε δαγκώνοντας τους ανθρώπους δύνανται να προκαλέσουν μια αλλεργική αντίδραση γνωστή ως «κνησμός του αρτοποιού».

Glycyphagus domesticus οικ. Acarinae κοιν. Άκαρι τροφίμων

Άκαρι τροφίμων

Προσβάλλει τα αποθηκευμένα προϊόντα και προκαλεί αλλεργικές αντιδράσεις όπως άσθμα και δερματίτιδες λόγω παραγωγής αλλεργιογόνων ουσιών. Το άκαρι των τροφίμων εντοπίζεται σε νοικοκυριά, αποθήκες σιτηρών, ενώ βρέθηκε να συνδέεται και με προσβολές σε ποικιλία αποθηκευμένων αγαθών όπως σανός, αλλά και νεκρά φυτικά και ζωικά υλικά

Tyrophagus putrescentiae οικ. Acarinae κοιν. Άκαρι της μούχλας

ακάρεα

Μαζί με το T. Longior αναφέρονται ως ακάρεα της μούχλας ή των τυριών. Αποτελεί κοινό παράσιτο αποθηκευμένων προϊόντων και ιδιαιτέρως εκείνων που αποτελούνται από υψηλή περιεκτικότητα πρωτεϊνών και λιπαρών (κρέας, τυριά, ξηροί καρποί και σπόροι, αποξηραμένη σκόνη αυγών κ.α.). Επιπλέον τρεφόμενο και από τους αναπτυσσόμενους μύκητες πάνω σε ζωοτροφές δύναται να αποτελέσει και παράσιτο εργαστηρίων μυκητολογικής έρευνας. Οι ασθένειες που έχουν καταγραφεί για τον άνθρωπο από την επαφή με το άκαρι της μούχλας περιλαμβάνουν κυρίως δερματικές και αναπνευστικές αλλεργίες σε περιστατικό χειρισμού ωμών αλλαντικών, αλλά και δερματίτιδα από αντίστοιχη περίπτωση σε κρεοπωλείο. Τέλος σε εργάτες χειρισμού μεταποίησης της σάρκας (ψίχα) των τροπικών καρυδών κοκοφοίνικα αναφέρθηκε η πρόκληση μιας δερματικής πάθησης με το προσωνύμιο «κνησμός της ψίχας καρύδας»

Tyrophagus longior οικ. Lepismatidae κοιν. Άκαρι σιτηρών και τυριών

Άκαρι σιτηρών και τυριών

Αποτελεί το σημαντικότερο άκαρι παράσιτο για τα τυριά. Αν και κατά κύριο λόγο τρέφεται με μύκητες, δύναται να τραφεί άμεσα και με φυτά. Για το λόγο αυτό η περισυλλογή του για εργαστηριακή έρευνα λαμβάνεται από ένα ευρύ φάσμα φυτών και φυτικών προϊόντων όπως σπόρων (μπιζέλι, βελανίδι), καρπών (αβοκάντο, μπανάνα, φράουλα), σιτηρών (κριθάρι, σιτάρι) και ζωικών προϊόντων (τυρί, μέλι). Ανεξαρτήτως αυτού του ευρέως φάσματος διαβίωσης το T. longior δεν υφίσταται σε ανθρώπινες κατοικίες, αλλά ακόμα κι αν αυτό συμβεί, πολύ σπάνια αναπτύσσεται σε μεγάλο αριθμό. Μια τέτοια καταγεγραμμένη περίπτωση σχετίστηκε με υπολείμματα μπισκότων κυνοτροφής κάτω από το πάτωμα με μεταφορά τους μέσω τρωκτικών καταλήγοντας εν τέλει σε επανειλημμένη ανάπτυξη πληθυσμού χιλιάδων ακάρεων εντός της οικίας. Ωστόσο το σημαντικότερο ζήτημα υγειονομικής σημασίας για τον άνθρωπο σχετίζεται με τη κατανάλωση μολυσμένης τροφής από το T. Longior, καθώς αποτελεί ένα από τα υπεύθυνα ακάρεα παράσιτα για την ασθένεια της στοματικής αναφυλαξίας ακάρεων γνωστής και ως «Σύνδρομο της τηγανίτας».

Ακάρεα δημόσιας υγείας

Sarcoptes scabiei var. Hominis κοιν. Άκαρι της ψώρας του ανθρώπου

Άκαρι της ψώρας του ανθρώπου

Αποτελεί άκαρι που διαβιώνει στην επιδερμίδα του ανθρώπινου σώματος δημιουργώντας στοές με σκοπό να εναποθέσει τα αυγά του, ωστόσο εξέρχεται της επιδερμίδας για να γονιμοποιηθεί. Ως αποτέλεσμα αυτής της δράσης είναι ο φοβερός κνησμός και οι δερματίτιδες. Επιπλέον οι στοές που δημιουργούνται στο δέρμα προκαλούν και απολέπιση, ενώ με το πιθανό και ηθελημένο ξύσιμο των σημείων προσβολής εκ μέρους του παθόντα λόγω κνησμού επιδεινώνονται τα προβλήματα των στοών.

Ως παράσιτο δεν επιβιώνει εκτός ξενιστή επομένως είναι επιτακτική η καθαριότητα σεντονιών και το σιδέρωμα, η οποία βοηθά έμμεσα όπως κατά τον ψεκασμό των σεντονιών με ειδικό φαρμακευτικό σκεύασμα για τα αυγά της ψώρας που καταστρέφει αυτά που θα καταλήξουν εκεί μετά τη πτώση τους από τον ξενιστή κατά το ξύσιμο. Επιπλέον για τη διάγνωση της προσβολής από άκαρι ψώρας μπορεί να τοποθετηθεί χλιαρό προς ζεστό νερό πάνω σε νυστέρι, με το οποίο θα ξυστεί στο δέρμα συγκεντρώνοντας επιθηλιακά κύτταρα προς δειγματοληψία. Εν συνεχεία πρέπει να παρατηρηθεί μικροσκοπικά σε κατάλληλο εργαστηριακό χώρο σε μέγεθος 200 μm προς τελικό συμπέρασμα. Σε περίπτωση προσβολής κρίνεται απαραίτητο για τον παθόντα να προβεί σε σχολαστική καθαριότητα με μπάνιο και εν συνεχεία εφαρμογή λοσιόν με βενζοϊκό οξύ.

Πέραν του ανθρώπου προσβάλλει και άλλα θηλαστικά είδη σε εξοχικές περιοχές όπως αλεπούδες, χοιρίδια, σκαντζόχοιρους κ.α.

Psoroptes sp. κοιν. Αγριοψώρα των ζώων

Αγριοψώρα των ζώων

Προκαλεί ασθένεια ψωρώσεως σε διάφορα αγροτικά ζώα (πχ. βοοειδή, αμνοερίφια, κουνέλια) επιφέροντας σημαντικής οικονομικής σημασίας ζημιά στους κτηνοτρόφους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το είδος P. cuniculi που προσβάλλει τα αυτιά των κουνελιών δημιουργώντας μια χαρακτηριστική και ογκώδη κρούστα επί του δέρματος με τη μορφή «καρκινώματος». Αν η κρούστα ξυστεί, διακρίνονται ευκρινώς τα αυγά του.

Chorioptes sp. κοιν. Ψώρα του αλόγου

Ψώρα του αλόγου

Περιλαμβάνει ακάρεα δέρματος που προκαλούν ψωρώσεις σε οικόσιτα και άγρια ζώα. Συνήθως συναντώνται σε φυτοφάγους ξενιστές όπως βοοειδή, αιγοπρόβατα, άλογα, καμήλες και άλκες. Δίχως ξενιστή επιβιώνει μόνο λίγες ημέρες. Οι βλάβες που προκαλούν εντοπίζονται στo όσχεο και άπω άκρα των προβάτων και στα κάτω άκρα, κοιλιακή χώρα και οπίσθια άκρα των αιγών προκαλώντας αλωπεκία, ερύθημα, αποκοπή δέρματος και κρούστα συνδεόμενα όλα με κνησμό. Τα προσβεβλημένα αιγοπρόβατα ενδεχομένως να καταστούν ανήσυχα, ασταθή σε ισορροπία και να αναμασούν στα πόδια τους λόγω δυσφορίας. Παρόλο που σαν παράσιτο χρήσει κτηνιατρικής σημασίας, ωστόσο δεν μεταδίδεται από τα ζώα ξενιστές προς τον άνθρωπο.

Demodex sp κοιν. Ακάρεα ψώρας ανθρώπου και ζώων

Ακάρεα ψώρας ανθρώπου και ζώων

Περιλαμβάνει σκωληκόμορφα ακάρεα που στρέφονται προς το δέρμα και συγκεκριμένα στα τριχοθυλάκια πχ. φρυδιών ή του μετώπου όπου τρέφονται με το σμήγμα των τριχοθυλακίων. Από παθολογικής απόψεως θεωρούνται αβλαβή, ωστόσο λόγω συνωστισμού τους πάνω στο δέρμα του ξενιστή δίνεται μια εικόνα «ακμής λόγω ορμονικών ζητημάτων». Για τα συγκεκριμένα ακάρεα δεν δύναται η εφαρμογή εντομοκτονίας.

Pyemotes sp.

Πολύ μικρό παράσιτο για έντομα των αποθηκών αλλά και των μελισσών. Οι προνύμφες των προσβεβλημένων εντόμων υφίστανται παρασιτισμό λόγω τοξίνης. Το είδος P. tritici προσβάλλει την μέλισσα Hoplitis albifrons δημιουργώντας προβλήματα τόσο οικολογικής όσο και οικονομικής σημασίας για τους μελισσοκόμους. Ωστόσο πέραν των εντόμων είναι σημαντικό να τονιστεί ότι υπάρχουν και περιστατικά έμμεσης προσβολής και στον άνθρωπο. Συγκεκριμένα το είδος P. herfsi προσβάλλει αποθηκάριους που μεταφέρουν προϊόντα με γεωργικά προϊόντα όπως σογιάλευρο, αλεύρι, στάρι, ζυμαρικά κ.α.. Αποτελεί εκτοπαράσιτο και δαγκώνοντας τον άνθρωπο προκαλεί ερυθρότητα, έντονο κνησμό και οδυνηρούς πομφούς.

Dermatophagoides pteronyssinus Άκαρι της σκόνης του σπιτιού

Άκαρι της σκόνης του σπιτιού

Χαρακτηριστικό και παράλληλα υψίστης σημασίας είναι το είδος των ακάρεων σκόνης.

Τα “ακάρεα σκόνης” εστιάζουν στα σεντόνια και τα στρώματα τρεφόμενα με τα νεκρά επιθηλιακά κύτταρα του ανθρώπου ή/και με μύκητες.

Αρέσκονται ιδιαίτερα στην υγρασία και αναπτύσσονται σε αστρονομικούς αριθμούς.

Δύνανται να προκαλέσουν τόσο αλλεργικό άσθμα όσο και αλλεργία στους οφθαλμούς.

Η ανάπτυξη του ευνοείται ιδιαίτερα το χειμώνα σε κατοικίες που υπάρχει υψηλό ποσοστό υγρασίας.

Ως εκ τούτου μια πρακτική βρεξίματος ξεσκονόπανου για σκούπισμα είναι απολύτως λανθασμένη, καθώς εξυπηρετεί τη δράση των D. Pteronyssinus αντί να περιορίσει.

Λόγω του μικροσκοπικού μεγέθους τους μόλις διακρίνονται με γυμνό μάτι, αλλά γίνονται πιο εύκολα αντιληπτά μέσω της σκόνης, η οποία προσκολλάται στο σώμα τους και την μεταφέρουν κατά τη μετακίνησή τους σε μορφή συσσωματώματος.

Συνεπώς η «κίνηση μεγάλου όγκου σκόνης» που αντιλαμβάνεται ο ανθρώπινος οφθαλμός είναι ουσιαστικά τα συγκεκριμένα ακάρεα εν κινήσει.

Επομένως για την αντιμετώπισή τους είναι μείζονος σημασίας η εξασφάλιση όσο το δυνατόν χαμηλότερης υγρασίας στο χώρο.

Ως εκ τούτου το τίναγμα των στρωμάτων σε εξωτερικό χώρο και παράλληλα η έκθεσή τους σε ηλιακό φως αφυδατώνει τα ακάρεα σκόνης.

Επίσης μια εξαιρετική επιλογή αποτελεί η χρήση εξειδικευμένων και ισχυρών ηλεκτρικών αντλιών κενού αέρος (σκούπες), οι οποίες αρχικά αναταράσσουν τα παπλώματα και έπειτα απορροφούν οτιδήποτε εκτοξεύεται από τη συγκεκριμένη διαδικασία, ωστόσο η αγορά τους είναι ιδιαιτέρως δαπανηρή.

Τέλος η χρήση της απλής ηλεκτρικής σκούπας δεν καθίσταται μόνο αναποτελεσματική αλλά παράλληλα μεταδίδει και τα ακάρεα στο χώρο.

Ακάρεα πτηνών και θηλαστικών

Dermanyssus gallinae οικ. Dermanyssidae κοιν. Κόκκινο άκαρι των πουλερικών

Αποτελεί υποχρεωτικό αιματοφάγο εκτοπαράσιτο των πουλερικών το οποίο επιτίθεται κυρίως τις νυχτερινές ώρες και περιστασιακά κατά τη διάρκεια της ημέρας. Έχουν πολύ μικρό μέγεθος και αποτελούν μεγάλο πρόβλημα. Διαφεύγουν στις σχισμές των συρμάτων όπου ενώνονται και τρέφονται με ιδιαίτερη ευκολία εις βάρος των ξενιστών τους προκαλώντας εν τέλει μείωση της αναπαραγωγής, κρεατοπαραγωγής και μεγάλη ενόχληση, με τις όρνιθες να πλήττονται περισσότερο από τη δράση των κόκκινων ακάρεων. Πέραν των βασικών ξενιστών δύναται να προσβάλλουν μεταδιδόμενα εξ αυτών και θηλαστικά συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπου προκαλώντας μια ιδιαίτερη κατάσταση ασθένειας κατά την οποία οι πληγέντες υφίστανται δερματίτιδα με ερυθηματώδεις βλατίδες, ωχρές κηλίδες και κνίδωση, συνοδευόμενα με κνησμό και ερεθισμό εξαιτίας του εκκρινόμενου σάλιου των ακάρεων κατά τη σίτιση. Αυτά τα τσιμπήματα παρατηρούνται σε όλο το σώμα και η ασθένεια ονομάστηκε «δερμανίσσωση» από το γένος ταξινόμησης του κόκκινου άκαρι των πουλερικών.

Κοτοψειρα

Ornithonyssus sylviarum οικ. Macronyssidae κοιν. Άκαρι των βορείων εκτρεφόμενων πουλερικών

Διαθέτει παρόμοια εμφάνιση, μέγεθος και δράση με το κόκκινο άκαρι των πουλερικών (D. gallinae), στρέφεται με μεγάλη ταχύτητα προς τους ξενιστές και αποτελεί εξίσου αιματοφάγο εκτοπαράσιτο για πουλερικά ιδιαίτερης κτηνοτροφικής σημασίας για τη κρεατοπαραγωγική αλλά κυρίως για την αυγοπαραγωγική βιομηχανία. Προκαλεί ζημιές μεγάλης οικονομικής αξίας καθώς μειώνει ιδιαίτερα την αυγοπαραγωγή αλλά και την αποδοτική αξιοποίηση των χορηγούμενων ζωοτροφών από τον οργανισμό του εκτρεφόμενου πουλερικού για παραγωγή ζητούμενων προϊόντων (κρέατος και αυγών). Σε σοβαρές προσβολές μπορεί να επιφέρει από αναιμία μέχρι και θάνατο του πτηνού. Για την μετάδοσή τους στον άνθρωπο εκμεταλλεύονται τις κρυψώνες τους μέσα στον μηχανολογικό εξοπλισμό της βιομηχανίας είτε διαδίδονται μέσω τρωκτικών.

Κοτοψειρα

Ornithonyssus bacoti οικ. Macronyssidae κοιν. Τροπικό άκαρι των ποντικών

Εντοπίζεται συνήθως στα ποντίκια και άγρια τρωκτικά, αλλά μεταδίδεται στον άνθρωπο και άλλα θηλαστικά. Τρέφεται με αίμα και ορό από τους ξενιστές του. Το τροπικό άκαρι των ποντικών δύναται να επιβιώσει για παρατεταμένες περιόδους χωρίς ξενιστή και σε συνδυασμό με τη πρόκληση μη εξειδικευμένου τύπου δερματίτιδας καθίσταται δύσκολη η ακριβής και γρήγορη διάγνωσή του ως αίτιο προσβολής. Επιπλέον από ιατρικής απόψεως ενίοτε καταγράφηκαν εκδήλωση κυστικών ή εκζεματικών αντιδράσεων σε παιδιά. Ο αίτιος παράγοντας όλων αυτών των φλεγμονωδών συμπτωμάτων αποτελεί το σάλιο των ακάρεων. Ωστόσο δεν έχει αναφερθεί η προσβολή από το συγκεκριμένο άκαρι να συνδέεται και με πρόκληση ασθενειών ως φορέα άλλων παρασίτων στον άνθρωπο, παρά μόνο υπό εργαστηριακές συνθήκες απομόνωσης προς έρευνα.

Σαν μέτρα αντιμετώπισης ο προληπτικός ή/και κατασταλτικός ψεκασμός υπολειμματικής δράσης με κατάλληλες δραστικές ουσίες ακαρεοκτόνων σκευασμάτων επιφέρει αποτελέσματα. Επιπλέον δεδομένου ότι το O. bacoti μεταφέρεται μέσω των τρωκτικών ως κύριος φορέας – ξενιστής, είναι απαραίτητη η συστηματική εφαρμογή μυοκτονίας αλλά και η έγκαιρη αποπαρασίτωση των μικρών τρωκτικών ή άλλων θηλαστικών κατοικίδιων (ινδικά χοιρίδια, χάμστερ, ποντίκια, κουνέλια, σκίουροι) με κατάλληλα σκευάσματα κτηνιατρικής χρήσης.

Τέλος ως συνιστάμενη θεραπεία και ανακούφιση από τη δερματίτιδα υφίσταται η δυνατότητα εφαρμογής κατάλληλων φαρμακευτικών σκευασμάτων (αντισταμινικά, κορτικοστεροειδή, κ.α.).

Άκαρι τρωκτικώνΨείρα ποντικών

Liponyssoides sanguineus οικ. Dermanyssidae

Είδος ακάρεων που προσβάλλουν κυρίως τους οικιακούς ποντικούς αλλά όταν μεταφερθεί στον άνθρωπο προκαλεί δερματίτιδες και τη δερματική πάθηση «ρικέτσιωση» από βακτηριακή λοίμωξη του γένους Rickettsia το οποίο μεταφέρεται με τη σειρά μέσω ενός άλλου άκαρι (Rickettsia acari) που είχε μεταφερθεί αρχικά μέσω του L. sanguineous.

Ψείρα ποντικώνΠοντικόψειρα

Κρότωνες (Τσιμπούρια)

Argas persicus οικ. Argasidae κοιν. Τσιμπούρι των πουλερικών

Τσιμπούρι των πουλερικών

Αποτελεί είδος κατηγορίας «μαλακών» τσιμπουριών (δεν διαθέτουν scutum, έχουν μαλακή υφή και το κεφάλι είναι κρυμμένο κάτω από το ιδιόσωμα). Προσβάλλει πουλερικά όπως όρνιθες, πάπιες και χήνες κατευθυνόμενο στις φωλιές τους. Όπως όλα τα μαλακά τσιμπούρια έτσι και το συγκεκριμένο είδος στρέφεται προς το γενετικό άνοιγμα προκαλώντας ενόχληση, αναιμία και διάδοση ασθενειών όπως βορρελίωση (ή ασθένεια του Lyme). Επίσης αρέσκονται ιδιαιτέρως να προσκολλώνται στα αυτιά των ξενιστών λόγω της διευκόλυνσης από την έλλειψη τριχοφυΐας στα συγκεκριμένα όργανα. Επιβιώνουν για μεγάλο διάστημα χωρίς ξενιστή μέχρι την εύρεση νέου.

Ο βιολογικός τους κύκλος περιλαμβάνει πολλούς ξενιστές με τουλάχιστον 2 νυμφικά στάδια να απαιτούν ένα γεύμα αίματος. Εν αντιθέσει με τα σκληρά τσιμπούρια η σύζευξη και η ωοτοκία τυγχάνει κυρίως πάνω στον ξενιστή και λιγότερο σε προστατευμένες περιοχές όπως στις φωλιές των πουλερικών. Μετά την εκκόλαψη των αυγών προκύπτουν προνύμφες 6 ποδιών. Μόλις βρεθεί ο γειτονικός ξενιστής ξεκινά η μύζηση αίματος από λίγες ώρες έως λίγες ημέρες. Μετά τη θρέψη οι προνύμφες εγκαταλείπουν τον ξενιστή προς εύρεση καταφυγίου και έναρξη διαδικασίας νύμφωσης. Οι πρώτες νύμφες μετακινούνται προς τον δεύτερο ξενιστή για θρέψη. Ακολουθεί η σταδιακή μεταμόρφωσή τους στα επόμενα νυμφικά στάδια (έως 7) μέχρι την εγκατάλειψη του ξενιστή και τη τελική ενηλικίωση σε τέλειο άτομο. Το ενήλικο ενδέχεται να τρέφεται ακόμα από τον ξενιστή του και σε ταχείς ρυθμούς και έπειτα να αποδεσμεύεται από αυτόν μετά από κάθε γεύμα. Τέλος τα θηλυκά δύνανται να ωοτοκούν μετά από κάθε γεύμα όντας εκτός ξενιστή.

Σαν αντιμετώπιση των προσβολών στα πουλερικά η επαναλαμβανόμενη εφαρμογή ψεκασμού με κατάλληλο κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν βοηθά τόσο στη μείωση των τσιμπουριών όσο και στην επανάκαμψη των πουλερικών παράλληλα. Ακόμα και για τη περίπτωση αναστολής των συμπτωμάτων από κάποιες μεταδιδόμενες ασθένειες από τα μαλακά τσιμπούρια όπως το A. persicus, είναι ζωτικής σημασία η εξάλειψη των προνυμφών των τσιμπουριών. Τέλος δεδομένου ότι οι περισσότεροι θάνατοι από προσβολές τσιμπουριών τυγχάνουν λόγω αφυδάτωσης από τη παρατεταμένη παράλυση που προκαλεί το δάγκωμα, η συστηματική ενυδάτωση των πουλερικών αποτελεί πρακτική μείζονος σημασίας για την επιβίωσή τους μέχρι την τελική εξάλειψη των τσιμπουριών.

Argas reflexus οικ. Argasidae κοιν. Ψείρα περιστεριών

Ψείρα περιστεριών

Είδος μαλακών τσιμπουριών που εντοπίζεται και στην Ελλάδα και κατά κύριο λόγο ως αστικό παράσιτο προσβάλλοντας τα άγρια και εξημερωμένα περιστέρια. Ωστόσο υπό ορισμένες συνθήκες δαγκώνει επίσης και τον άνθρωπο προκαλώντας περιστασιακά αλλεργίες αλλά δρώντας και ως φορέας μετάδοσης της σοβαρής ασθένειας βορρελίωσης. Η διαχείρισή του κρίνεται αρκετά απαιτητική εξαιτίας των διαφόρων και αξιοσημείωτων μορφολογικών, φυσιολογικών και συμπεριφορικών χαρακτηριστικών του. Μια συνιστάμενη πρακτική αποτελεί αρχικά η ανακάλυψη όλων των σημείων και εστιών διαφυγής των τσιμπουριών και κατ’ επέκταση η εξυγίανση του χώρου αφενός με καθαριότητα και αφετέρου με υπολειμματικό ψεκασμό με κατάλληλα βιοκτόνα επαφής. Παράλληλα πρέπει να δημιουργείται και ένα αφιλόξενο περιβάλλον για τα περιστέρια, το οποίο να μην επιτρέπει τη περίθαλψη και την εύρεση καταφυγίου προς εγκατάστασή τους, περιορίζοντας εν τέλει τη διάδοση της ψείρας των πτηνών.

Ixodes ricinus οικ. Ixodidae κοιν. Τσιμπούρι του δάσους

Τσιμπούρι του δάσους

Χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της οικογένειας Ixodidae που περιλαμβάνει τα επονομαζόμενα «σκληρά» τσιμπούρια (διαθέτοντας μια ασπίδα στη ράχη τους εν ονόματι scutum και το κεφάλι τους διακρίνεται ξεκάθαρα), τα οποία αποτελούν εκτοπαράσιτα κυρίως θηλαστικών. Εντοπίζονται και σε λιβάδια πάνω σε ζώα, μυζούν αίμα αλλά μεταδίδουν και παράσιτα ιδίως στα ζώα κατ΄ επέκταση και ασθένειες. Συνεπώς τα συγκεκριμένα τσιμπούρια χρήζουν μεγάλης κτηνιατρικής σημασίας.

Ο βιολογικός τους κύκλος παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Το θηλυκό ωοτοκεί χιλιάδες αυγά τα οποία εναποθέτει στο χώμα. Την Άνοιξη εκκολάπτονται και εμφανίζονται οι προνύμφες (φέρουσες 6 ποδιών) οι οποίες αναρριχώνται στη ποώδη βλάστηση και τους θάμνους και παραμονεύουν για τη διέλευση ανθρώπων ή ζώων (1ος ξενιστής) και τότε μόνο προσκολλώνται στο δέρμα. Ο πόνος από το δάγκωμα είναι ιδιαίτερα επώδυνος και το σώμα τους πληρούται με αίμα. Το Καλοκαίρι εγκαταλείπουν τον ξενιστή και πέφτουν προς το χώμα όπου υφίστανται έκδυση και μετατρέπονται σε νύμφες (8 πόδια) οι οποίες και διαχειμάζουν. Την Άνοιξη υπό ευνοϊκές συνθήκες απαιτούν αίμα εκ νέου, συνεπώς και αναρριχώνται πάλι στη ποώδη βλάστηση και καταλήγουν μέσω αυτής πάνω στα ζώα (2ος ξενιστής). Αιμομυζούν τα ζώα και εν συνεχεία εκ νέου κατάληξη στο χώμα όπου το Καλοκαίρι αλλάζουν δέρμα και μετατρέπονται σε τέλεια άτομα, τα οποία χρειάζονται κι αυτά με τη σειρά τους ξενιστή. Με την ίδια μέθοδο καταλήγουν στον 3Ο ξενιστή ώστε να τραφούν και να ζευγαρώσουν την επόμενη Άνοιξη. Οι ξενιστές ενδέχεται να αποτελούνται από 1 έως 3 ακόμα και διαφορετικού είδους. Το θηλυκό λόγω αυξημένων αναγκών μυζάει αρκετό αίμα ώστε να ωοτοκήσει κυρίως στην επιφάνεια του εδάφους παρά στον ξενιστή (πολύ σπάνιο φαινόμενο). Το ενήλικο αρσενικό μυζάει αίμα αλλά έχει μικρότερο προσδόκιμο και ουσιαστικά ο ρόλος του περιλαμβάνει τη γονιμοποίηση του θηλυκού.